Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀλείφω
ἄλειψις
ἀλεκτοροφωνίᾱ
ᾱ̓λέκτρινος
ἄλεκτρος
ἀλεκτρυών
ἀλέκτωρ
ᾱ̓λέματος
ἄλεν
Ἀλεξανδρείᾱ
Ἀλεξανδριστής
Ἀλέξανδρος
Ἀλέξανδρος
ἀλεξάνεμος
ἀλέξημα
ἀλέξησις
ἀλεξητήρ
ἀλεξητήριος
ἀλεξήτωρ
ἀλεξιάρης
ἀλεξίκακος
View word page
Ἀλεξανδριστής
Ἀλεξανδριστήςοῦm supporter of Alexander the GreatPlu.

ShortDef

a partisan of Alexander

Debugging

Headword:
Ἀλεξανδριστής
Headword (normalized):
ἀλεξανδριστής
Headword (normalized/stripped):
αλεξανδριστης
IDX:
3405
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3406
Key:
Ἀλεξανδριστής

Data

{'headword_display': '<b>Ἀλεξανδριστής</b>', 'content': '<NE><HG><HL>Ἀλεξανδριστής</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>supporter of Alexander the Great</Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'Ἀλεξανδριστής'}