Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προβοσκίς
προβοσκός
προβούλευμα
προβουλεύω
προβουλή
πρόβουλοι
προβράχεα
προβύω
προβώμιος
προγαμέω
προγαργαλίζω
προγένειος
προγενής
προγεννήτωρ
προγίγνομαι
προγιγνώσκω
πρόγνωσις
προγονικός
πρόγονος
πρόγραμμα
προγραφή
View word page
προ-γαργαλίζω
προ-γαργαλίζωvb ticklesomeonefirstbefore being tickled Arist.dub.

ShortDef

to prepare oneself for tickling

Debugging

Headword:
προγαργαλίζω
Headword (normalized):
προγαργαλίζω
Headword (normalized/stripped):
προγαργαλιζω
IDX:
34045
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34046
Key:
προγαργαλίζω

Data

{'headword_display': '<b>προ-γαργαλίζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-γαργαλίζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>tickle<Prnth>someone</Prnth>first<Expl>before being tickled</Expl></Tr> <Au>Arist.<LblR>dub.</LblR></Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προγαργαλίζω'}