Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προασκέω
προάστιον
προαυδάω
προαυλέω
προαύλιον
προαφικνέομαι
προαφίσταμαι
προβάδην
προβαθής
προβαίνω
πρόβακχος
προβάλλω
πρόβασις
πρόβατα
προβατείᾱ
προβατευτικός
προβατική
προβάτιον
προβατογνώμων
προβατοκάπηλος
πρόβατον
View word page
πρό-βακχος
πρό-βακχοςουmasc.adjΒάκχος of BromiosBacchant-leadingE.

ShortDef

leader of Bacchic rite

Debugging

Headword:
πρόβακχος
Headword (normalized):
πρόβακχος
Headword (normalized/stripped):
προβακχος
IDX:
34006
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-34007
Key:
πρόβακχος

Data

{'headword_display': '<b>πρό-βακχος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πρό-βακχος</HL><Infl>ου</Infl><PS>masc.adj</PS><Ety><Ref>Βάκχος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Bromios</Indic><Tr>Bacchant-leading</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πρόβακχος'}