Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προαπεχθάνομαι
προαπηγέομαι
προαποδείκνῡμι
προαποθνῄσκω
προαποθρηνέω
προαποκάμνω
προαπολαύω
προαπολείπω
προαπόλλῡμι
προαποπέμπομαι
προαποπνέω
προαπορέω
προαποστέλλω
προαποτρέπομαι
προαποφαίνομαι
προαποχωρέω
προαρπάζω
προασκέω
προάστιον
προαυδάω
προαυλέω
View word page
προ-αποπνέω
προ-αποπνέωcontr.vb of a breezeblow earlyin the dayPlu.

ShortDef

blow early

Debugging

Headword:
προαποπνέω
Headword (normalized):
προαποπνέω
Headword (normalized/stripped):
προαποπνεω
IDX:
33989
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33990
Key:
προαποπνέω

Data

{'headword_display': '<b>προ-αποπνέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-αποπνέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of a breeze</Indic><Tr>blow early<Expl>in the day</Expl></Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προαποπνέω'}