Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

προανασείω
προαναφωνέω
προαναχώρησις
προανέχω
προανύτω
προαπαγορεύω
προαπαντάω
προαπεῖπον
προαπείρω
προαπέρχομαι
προαπεχθάνομαι
προαπηγέομαι
προαποδείκνῡμι
προαποθνῄσκω
προαποθρηνέω
προαποκάμνω
προαπολαύω
προαπολείπω
προαπόλλῡμι
προαποπέμπομαι
προαποπνέω
View word page
προ-απεχθάνομαι
προ-απεχθάνομαιpass.vb incur hostility beforehandD.

ShortDef

to begin hostilities before

Debugging

Headword:
προαπεχθάνομαι
Headword (normalized):
προαπεχθάνομαι
Headword (normalized/stripped):
προαπεχθανομαι
IDX:
33979
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33980
Key:
προαπεχθάνομαι

Data

{'headword_display': '<b>προ-απεχθάνομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>προ-απεχθάνομαι</HL><PS>pass.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>incur hostility beforehand</Tr><Au>D.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'προαπεχθάνομαι'}