Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πουλύμῡθος
πούλυπος
πουλύς
πούς
ποῶ
πρᾶγμα
πρᾱγματείᾱ
πρᾱγματειώδης
πρᾱγματεύομαι
πρᾱγματικός
πρᾱγμάτιον
πρᾱγματοδῑ́φης
πρᾱγματοκοπέω
πρᾱγματοποιίᾱ
πρᾱγματώδης
πρᾶγος
πρᾱεῖα
πράθον
πρᾱκτέος
πρᾱκτήριος
πρᾱκτικός
View word page
πρᾱγμάτιον
πρᾱγμάτιονουndimin.πρᾶγμα little problemAr.specif.petty lawsuitAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πρᾱγμάτιον
Headword (normalized):
πρᾱγμάτιον
Headword (normalized/stripped):
πραγματιον
IDX:
33823
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33824
Key:
πρᾱγμάτιον

Data

{'headword_display': '<b>πρᾱγμάτιον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πρᾱγμάτιον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety>dimin.<Ref>πρᾶγμα</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>little problem</Tr><Au>Ar.</Au><nS2><Indic>specif.</Indic><Tr>petty lawsuit</Tr><Au>Ar.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'πρᾱγμάτιον'}