Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πότμος
πότνα
πότνια
Ποτνιαί
ποτνιάομαι
ποτόδδω
ποτόν
πότορθρος
ποτός
πότος
ποτόσδω
ποῦ
πουκτεύω
πουλυβότειρα
πουλυκτέανος
πουλυμέδιμνος
πουλυμέλαθρος
πουλύμῡθος
πούλυπος
πουλύς
πούς
View word page
ποτόσδω
ποτόσδωdial.vbseeπροσόζω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ποτόσδω
Headword (normalized):
ποτόσδω
Headword (normalized/stripped):
ποτοσδω
IDX:
33806
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33807
Key:
ποτόσδω

Data

{'headword_display': '<b>ποτόσδω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ποτόσδω</HL><PS>dial.vb</PS></HG><XR>see<Ref>προσόζω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ποτόσδω'}