Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ποτηνός
ποτήρ
ποτήριον
ποτής
πότης
ποτήσθω
ποτητόν
ποτί
ποτιβλέπω
Ποτῑδᾱ́ων
ποτιδέγμενος
ποτιδεῖν
ποτιδέρκομαι
ποτιδεύομαι
ποτιδόρπιος
ποτιδραμεῖν
ποτίζω
ποτίθες
ποτιθιγγάνω
ποτικάρδιος
ποτικέκλιται
View word page
ποτιδέγμενος
ποτιδέγμενοςep.athem.pres.mid.ptcpl.seeπροσδέχομαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ποτιδέγμενος
Headword (normalized):
ποτιδέγμενος
Headword (normalized/stripped):
ποτιδεγμενος
IDX:
33765
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33766
Key:
ποτιδέγμενος

Data

{'headword_display': '<b>ποτιδέγμενος</b>', 'content': '<XE><RefFm>ποτιδέγμενος<LblR>ep.athem.pres.mid.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>προσδέχομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ποτιδέγμενος'}