Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πότημα
ποτήμενος
ποτήνεπε
ποτηνός
ποτήρ
ποτήριον
ποτής
πότης
ποτήσθω
ποτητόν
ποτί
ποτιβλέπω
Ποτῑδᾱ́ων
ποτιδέγμενος
ποτιδεῖν
ποτιδέρκομαι
ποτιδεύομαι
ποτιδόρπιος
ποτιδραμεῖν
ποτίζω
ποτίθες
View word page
ποτί
ποτίdial.prepseeπρός

ShortDef

= πρός

Debugging

Headword:
ποτί
Headword (normalized):
ποτί
Headword (normalized/stripped):
ποτι
IDX:
33762
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33763
Key:
ποτί

Data

{'headword_display': '<b>ποτί</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ποτί</HL><PS>dial.prep</PS></HG><XR>see<Ref>πρός</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ποτί'}