Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ποτέος
ποτεπλάσθην
ποτερίσδω
πότερος
ποτερρῑ́πτουν
ποτέρχομαι
ποτεῦ
ποτέφᾱ
ποτή
πότημα
ποτήμενος
ποτήνεπε
ποτηνός
ποτήρ
ποτήριον
ποτής
πότης
ποτήσθω
ποτητόν
ποτί
ποτιβλέπω
View word page
ποτήμενος
ποτήμενοςAeol.mid.ptcpl.seeποτάομαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ποτήμενος
Headword (normalized):
ποτήμενος
Headword (normalized/stripped):
ποτημενος
IDX:
33753
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33754
Key:
ποτήμενος

Data

{'headword_display': '<b>ποτήμενος</b>', 'content': '<XE><RefFm>ποτήμενος<LblR>Aeol.mid.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ποτάομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ποτήμενος'}