Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ποτέοικα
ποτέομαι
ποτέος
ποτεπλάσθην
ποτερίσδω
πότερος
ποτερρῑ́πτουν
ποτέρχομαι
ποτεῦ
ποτέφᾱ
ποτή
πότημα
ποτήμενος
ποτήνεπε
ποτηνός
ποτήρ
ποτήριον
ποτής
πότης
ποτήσθω
ποτητόν
View word page
ποτή
ποτήῆςfπέτομαι flightof a birdOd. hHom.

ShortDef

flight
sample of wine

Debugging

Headword:
ποτή
Headword (normalized):
ποτή
Headword (normalized/stripped):
ποτη
IDX:
33751
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33752
Key:
ποτή

Data

{'headword_display': '<b>ποτή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ποτή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>πέτομαι</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>flight<Expl>of a bird</Expl></Tr><Au>Od. hHom.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ποτή'}