Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πότε
ποτέθηκα
Ποτείδαια
Ποτειδᾱ́ν
ποτεῖδον
ποτελέξατο
ποτένθῃς
ποτέοικα
ποτέομαι
ποτέος
ποτεπλάσθην
ποτερίσδω
πότερος
ποτερρῑ́πτουν
ποτέρχομαι
ποτεῦ
ποτέφᾱ
ποτή
πότημα
ποτήμενος
ποτήνεπε
View word page
ποτεπλάσθην
ποτεπλάσθηνdial.aor.pass.seeπροσπλάσσομαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ποτεπλάσθην
Headword (normalized):
ποτεπλάσθην
Headword (normalized/stripped):
ποτεπλασθην
IDX:
33744
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33745
Key:
ποτεπλάσθην

Data

{'headword_display': '<b>ποτεπλάσθην</b>', 'content': '<XE><RefFm>ποτεπλάσθην<LblR>dial.aor.pass.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>προσπλάσσομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ποτεπλάσθην'}