Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολύστῡλος
πολύσχιστος
πολυτεκνέω
πολυτεκνίᾱ
πολύτεκνος
πολυτελείᾱ
πολυτελής
πολυτέχνης
πολύτεχνος
πολυτῑ́μητος
πολύτῑμος
πολύτῑτος
πολύτλᾱς
πολυτλήμων
πολύτλητος
πολυτρήρων
πολύτρητος
πολυτροπίη
πολύτροπος
πολυτρόφος
πολύυδρος
View word page
πολύ-τῑμος
πολύ-τῑμοςονadjτῑμή of thingsvery valuable, preciousNT. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολύτῑμος
Headword (normalized):
πολύτῑμος
Headword (normalized/stripped):
πολυτιμος
IDX:
33512
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33513
Key:
πολύτῑμος

Data

{'headword_display': '<b>πολύ-τῑμος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολύ-τῑμος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>τῑμή</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of things</Indic><Tr>very valuable, precious</Tr><Au>NT. Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πολύτῑμος'}