Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀλαλαγμός
ἀλαλάζω
ἀλαλαί
Ἀλαλάξιος
ἀλαλή
ἀλάλημαι
ἀλαλητός
ἄλαλκον
ἄλαλος
ἀλαλύκτημαι
ᾱ̔λάμενος
ἀλάμπετος
ἀλαμπής
ἀλάομαι
ἀλαός
ἀλαοσκοπιή
ἀλαόω
ἀλαπαδνός
ἀλαπάζω
ἅλας
ἀλαστέω
View word page
ᾱ̔λάμενος
ᾱ̔λάμενοςdial.aor.mid.ptcpl.seeἅλλομαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ᾱ̔λάμενος
Headword (normalized):
ᾱ̔λάμενος
Headword (normalized/stripped):
αλαμενος
IDX:
3349
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3350
Key:
ᾱ̔λάμενος

Data

{'headword_display': '<b>ᾱ̔λάμενος</b>', 'content': '<XE><RefFm>ᾱ̔λάμενος<LblR>dial.aor.mid.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἅλλομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ᾱ̔λάμενος'}