Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολυσινής
πολυσῑτίᾱ
πολύσῑτος
πολύσκαρθμος
πολυσκεδής
πολύσκιος
πολύσκοπος
πολύσπαστον
πολυσπερής
πολύσπορος
πολυστάφυλος
πολύσταχυς
πολυστέφανος
πολυστεφής
πολύστῑος
πολυστομέω
πολύστονος
πολύστροφος
πολύστῡλος
πολύσχιστος
πολυτεκνέω
View word page
πολυ-στάφυλος
πολυ-στάφυλοςονadjσταφυλή of placesrich in grape-clustersIl. S.of DionysushHom.

ShortDef

rich in grapes

Debugging

Headword:
πολυστάφυλος
Headword (normalized):
πολυστάφυλος
Headword (normalized/stripped):
πολυσταφυλος
IDX:
33494
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33495
Key:
πολυστάφυλος

Data

{'headword_display': '<b>πολυ-στάφυλος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολυ-στάφυλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>σταφυλή</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of places</Indic><Tr>rich in grape-clusters</Tr><Au>Il. S.</Au><aS2><Indic>of Dionysus</Indic><Au>hHom.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'πολυστάφυλος'}