Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολύπτολις
πολύπτυχος
πολύπυργος
πολύπῡρος
πολύρραπτος
πολύρραφος
πολύρρην
πολύρρῑνος
πολύρροδος
πολύρροθος
πολύρυτος
πολύς
πολυσαρκίᾱ
πολυσημάντωρ
πολυσινής
πολυσῑτίᾱ
πολύσῑτος
πολύσκαρθμος
πολυσκεδής
πολύσκιος
πολύσκοπος
View word page
πολύ-ρυτος
πολύ-ρυτοςονadjῥυτός of the seafull-flowingA.cj.

ShortDef

with many currents

Debugging

Headword:
πολύρυτος
Headword (normalized):
πολύρυτος
Headword (normalized/stripped):
πολυρυτος
IDX:
33480
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33481
Key:
πολύρυτος

Data

{'headword_display': '<b>πολύ-ρυτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολύ-ρυτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ῥυτός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the sea</Indic><Tr>full-flowing</Tr><Au>A.<LblR>cj.</LblR></Au></aS1></AE>', 'key': 'πολύρυτος'}