Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολυπειρίᾱ
πολύπειρος
πολυπείρων
πολυπενθής
πολυπήμων
πολύπηνος
πολυπῖδαξ
πολύπικρα
πολυπινής
πολύπλαγκτος
πολυπλανής
πολυπλάνητος
πολύπλανος
πολύπλεθρος
πολυπλήθεια
πολυπλοκίαι
πολύπλοκος
πολυποίκιλος
πολύποινος
πολύπονος
πολύπορος
View word page
πολυ-πλανής
πολυ-πλανήςέςadjπλανάω of a person, a vehicleroaming far and wideE. Pl.of a journeycircuitousPlu.

ShortDef

roaming far

Debugging

Headword:
πολυπλανής
Headword (normalized):
πολυπλανής
Headword (normalized/stripped):
πολυπλανης
IDX:
33445
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33446
Key:
πολυπλανής

Data

{'headword_display': '<b>πολυ-πλανής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολυ-πλανής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πλανάω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a person, a vehicle</Indic><Tr>roaming far and wide</Tr><Au>E. Pl.</Au><aS2><Indic>of a journey</Indic><Tr>circuitous</Tr><Au>Plu.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'πολυπλανής'}