Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολυπᾱ́μων
πολυπάταξ
πολυπειρίᾱ
πολύπειρος
πολυπείρων
πολυπενθής
πολυπήμων
πολύπηνος
πολυπῖδαξ
πολύπικρα
πολυπινής
πολύπλαγκτος
πολυπλανής
πολυπλάνητος
πολύπλανος
πολύπλεθρος
πολυπλήθεια
πολυπλοκίαι
πολύπλοκος
πολυποίκιλος
πολύποινος
View word page
πολυ-πινής
πολυ-πινήςέςadjπίνος of a vagrant's headdirty, filthy, squalidE.

ShortDef

very squalid

Debugging

Headword:
πολυπινής
Headword (normalized):
πολυπινής
Headword (normalized/stripped):
πολυπινης
IDX:
33443
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33444
Key:
πολυπινής

Data

{'headword_display': '<b>πολυ-πινής</b>', 'content': "<AE><HG><HL>πολυ-πινής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πίνος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a vagrant's head</Indic><Tr>dirty, filthy, squalid</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>", 'key': 'πολυπινής'}