Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολύμοχθος
πολύμῡθος
πολύνᾱος
πολυναύτᾱς
πολυνεικής
πολυνεφέλᾱς
πολυνιφής
πολύνοια
πολύξενος
πολυοινέω
πολυοινίᾱ
πολύοινος
πολύολβος
πολυόρνῑθος
πολυοχλίᾱ
πολύοχλος
πολυοψίᾱ
πολυπαιδίᾱ
πολυπαίπαλος
πολυπάλακτος
πολύπαλτος
View word page
πολυοινίᾱ
πολυοινίᾱᾱςf hard drinkingPl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολυοινίᾱ
Headword (normalized):
πολυοινίᾱ
Headword (normalized/stripped):
πολυοινια
IDX:
33422
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33423
Key:
πολυοινίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>πολυοινίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πολυοινίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>hard drinking</Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πολυοινίᾱ'}