Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολύκλητος
πολύκλυστος
πολύκμητος
πολύκνημος
πολύκνῑσος
πολύκοινος
πολυκοιρανίη
πολυκοίρανος
πολυκόλυμβος
πολύκρᾱνος
πολυκρατής
Πολυκράτης
πολύκρημνος
πολύκρῑθος
πολύκριμνος
πολύκροτος
πολυκτέανος
πολυκτήμων
πολύκτητος
πολυκτόνος
πολυκῡ́μων
View word page
πολυ-κρατής
πολυ-κρατήςέςadjκράτος of Curses, fatepowerful, mightyA. B.

ShortDef

very mighty

Debugging

Headword:
πολυκρατής
Headword (normalized):
πολυκρατής
Headword (normalized/stripped):
πολυκρατης
IDX:
33374
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33375
Key:
πολυκρατής

Data

{'headword_display': '<b>πολυ-κρατής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολυ-κρατής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κράτος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Curses, fate</Indic><Tr>powerful, mighty</Tr><Au>A. B.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πολυκρατής'}