Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολύκλειτος
Πολύκλειτος
πολυκλήῑς
πολύκληρος
πολύκλητος
πολύκλυστος
πολύκμητος
πολύκνημος
πολύκνῑσος
πολύκοινος
πολυκοιρανίη
πολυκοίρανος
πολυκόλυμβος
πολύκρᾱνος
πολυκρατής
Πολυκράτης
πολύκρημνος
πολύκρῑθος
πολύκριμνος
πολύκροτος
πολυκτέανος
View word page
πολυκοιρανίη
πολυκοιρανίηηςIon.fπολυκοίρανος plurality of rulersas a bad thingIl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολυκοιρανίη
Headword (normalized):
πολυκοιρανίη
Headword (normalized/stripped):
πολυκοιρανιη
IDX:
33370
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33371
Key:
πολυκοιρανίη

Data

{'headword_display': '<b>πολυκοιρανίη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πολυκοιρανίη</HL><Infl>ης</Infl><PS>Ion.f</PS><Ety><Ref>πολυκοίρανος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>plurality of rulers<Expl>as a bad thing</Expl></Tr><Au>Il.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πολυκοιρανίη'}