Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολυκήτης
πολύκλαυτος
πολύκλειτος
Πολύκλειτος
πολυκλήῑς
πολύκληρος
πολύκλητος
πολύκλυστος
πολύκμητος
πολύκνημος
πολύκνῑσος
πολύκοινος
πολυκοιρανίη
πολυκοίρανος
πολυκόλυμβος
πολύκρᾱνος
πολυκρατής
Πολυκράτης
πολύκρημνος
πολύκρῑθος
πολύκριμνος
View word page
πολύ-κνῑσος
πολύ-κνῑσοςονadjκνῖσα of a sacrificial offeringrichly smokingAR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολύκνῑσος
Headword (normalized):
πολύκνῑσος
Headword (normalized/stripped):
πολυκνισος
IDX:
33368
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33369
Key:
πολύκνῑσος

Data

{'headword_display': '<b>πολύ-κνῑσος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολύ-κνῑσος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κνῖσα</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a sacrificial offering</Indic><Tr>richly smoking</Tr><Au>AR.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πολύκνῑσος'}