Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολυκαρπίᾱ
πολύκαρπος
πολυκερδείη
πολυκερδής
πολύκερως
πολύκεστος
πολυκέφαλος
πολυκήδης
πολυκήτης
πολύκλαυτος
πολύκλειτος
Πολύκλειτος
πολυκλήῑς
πολύκληρος
πολύκλητος
πολύκλυστος
πολύκμητος
πολύκνημος
πολύκνῑσος
πολύκοινος
πολυκοιρανίη
View word page
πολύ-κλειτος
πολύ-κλειτοςᾱ ονdial.adjκλειτόςof a family, a cityfar-famedPi.

ShortDef

far-famed
Polyclitus

Debugging

Headword:
πολύκλειτος
Headword (normalized):
πολύκλειτος
Headword (normalized/stripped):
πολυκλειτος
IDX:
33360
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33361
Key:
πολύκλειτος

Data

{'headword_display': '<b>πολύ-κλειτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολύ-κλειτος</HL><Infl>ᾱ ον</Infl><PS>dial.adj</PS><Ety><Ref>κλειτός</Ref></Ety></HG><aS1><Indic>of a family, a city</Indic><Tr>far-famed</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πολύκλειτος'}