Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολύθρηνος
πολύθριγκος
πολύθροος
πολυθρῡ́λητος
πολύθυρος
πολύθυτος
πολυϊδρείη
πολυϊδρίδᾱς
πολύιδρις
πολύιππος
πολυίχθυος
πολυκαγκής
πολυκαισαρίη
πολυκανής
πολύκαπνος
πολυκαρπίᾱ
πολύκαρπος
πολυκερδείη
πολυκερδής
πολύκερως
πολύκεστος
View word page
πολυ-ίχθυος
πολυ-ίχθυοςονadjἰχθῡ́ς of the seateeming with fishhHom.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολυίχθυος
Headword (normalized):
πολυίχθυος
Headword (normalized/stripped):
πολυιχθυος
IDX:
33345
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33346
Key:
πολυίχθυος

Data

{'headword_display': '<b>πολυ-ίχθυος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολυ-ίχθυος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἰχθῡ́ς</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the sea</Indic><Tr>teeming with fish</Tr><Au>hHom.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πολυίχθυος'}