Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολύζηλος
πολυζήλωτος
πολύζυγος
πολυηγερής
πολυήκοος
πολυήμερος
πολυήρατος
πολυηχής
πολυθαρσής
πολυθεᾱ́μων
πολύθεος
πολύθερμος
πολύθεστος
πολύθηρος
πολυθρέμμων
πολύθρηνος
πολύθριγκος
πολύθροος
πολυθρῡ́λητος
πολύθυρος
πολύθυτος
View word page
πολύ-θεος
πολύ-θεοςονadjθεός of the altarsof many godsA.

ShortDef

of or belonging to many gods, believing in.., consisting of..

Debugging

Headword:
πολύθεος
Headword (normalized):
πολύθεος
Headword (normalized/stripped):
πολυθεος
IDX:
33330
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33331
Key:
πολύθεος

Data

{'headword_display': '<b>πολύ-θεος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολύ-θεος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>θεός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the altars</Indic><Tr>of many gods</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πολύθεος'}