Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολύδονος
πολύδρομος
πολυδωρίᾱ
πολύδωρος
πολύεδρος
πολυειδής
πολυειδίᾱ
πολυέλαιος
πολυέλικτος
πολυεπαίνετος
πολυεπής
πολυέραστος
πολύεργος
πολυετής
πολύευκτος
πολυεύχετος
πολύζηλος
πολυζήλωτος
πολύζυγος
πολυηγερής
πολυήκοος
View word page
πολυ-επής
πολυ-επήςέςadjἔπος of the art of prophetswordyA.

ShortDef

much-speaking

Debugging

Headword:
πολυεπής
Headword (normalized):
πολυεπής
Headword (normalized/stripped):
πολυεπης
IDX:
33314
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33315
Key:
πολυεπής

Data

{'headword_display': '<b>πολυ-επής</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολυ-επής</HL><Infl>ές</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἔπος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the art of prophets</Indic><Tr>wordy</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πολυεπής'}