Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολυάργυρος
πολυαρκής
πολυάρματος
πολυαρμόνιος
πολύαρνι
πολυαρχίᾱ
πολύαστρος
πολυᾱ́χητος
πολύβατος
πολυβενθής
Πολύβιος
πολυβόρος
πολύβοσκος
πολύβοτος
πολύβοτρυς
πολύβουλος
πολυβούτης
πολύβροχος
πολύβωμος
πολυγηθής
πολυγήραος
View word page
Πολύβιος
Πολύβιοςουm Polybiushistorian, c.200–c.120 BCPlu.

ShortDef

Polybius
well-to-do

Debugging

Headword:
Πολύβιος
Headword (normalized):
πολύβιος
Headword (normalized/stripped):
πολυβιος
IDX:
33270
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33271
Key:
Πολύβιος

Data

{'headword_display': '<b>Πολύβιος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>Πολύβιος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>Polybius<Expl>historian, c.200–c.120 BC</Expl></Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'Πολύβιος'}