Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολλαχόσε
πολλαχοῦ
πολλαχῶς
πολλή
πολλοδεκάκις
πολλός
πολλοστημόριος
πολλοστός
πόλος
πολουσπερίες
πολτός
πολυαίμων
πολυαίνετος
πολύαινος
πολυᾱ́ῑξ
πολυάμπελος
πολυανδρέω
πολυάνδριον
πολύανδρος
πολυάνθεμος
πολυανθής
View word page
πολτός
πολτόςοῦm porridgemade fr. beansAlcm.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολτός
Headword (normalized):
πολτός
Headword (normalized/stripped):
πολτος
IDX:
33245
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33246
Key:
πολτός

Data

{'headword_display': '<b>πολτός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πολτός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>porridge<Expl>made fr. beans</Expl></Tr><Au>Alcm.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πολτός'}