Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολλαπλασιόω
πολλαπλασίων
πολλαπλασίωσις
πολλαπλοῦς
πολλαχῇ
πολλαχόθεν
πολλαχόθι
πολλαχόσε
πολλαχοῦ
πολλαχῶς
πολλή
πολλοδεκάκις
πολλός
πολλοστημόριος
πολλοστός
πόλος
πολουσπερίες
πολτός
πολυαίμων
πολυαίνετος
πολύαινος
View word page
πολλή
πολλήfem.adjseeπολύς

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολλή
Headword (normalized):
πολλή
Headword (normalized/stripped):
πολλη
IDX:
33238
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33239
Key:
πολλή

Data

{'headword_display': '<b>πολλή</b>', 'content': '<XE><HG><HL>πολλή</HL><PS>fem.adj</PS></HG><XR>see<Ref>πολύς</Ref></XR> </XE>', 'key': 'πολλή'}