Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολισσονόμος
πολισσοῦχος
πολῑτάρχης
πολῑτείᾱ
πολῑ́τευμα
πολῑτεύω
πολῑτηίη
πολῑ́της
πολῑτικός
πολῖτις
πολῑτογραφέομαι
πολῑτοφθόρος
πολῑτοφύλαξ
πολίχνη
πολίχνιον
πολλάκις
πολλαπλασιάζω
πολλαπλάσιος
πολλαπλασιόω
πολλαπλασίων
πολλαπλασίωσις
View word page
πολῑτογραφέομαι
πολῑτογραφέομαιpass.contr.vbγράφω of an immigrantbe enrolled as a citizenPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολῑτογραφέομαι
Headword (normalized):
πολῑτογραφέομαι
Headword (normalized/stripped):
πολιτογραφεομαι
IDX:
33220
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33221
Key:
πολῑτογραφέομαι

Data

{'headword_display': '<b>πολῑτογραφέομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>πολῑτογραφέομαι</HL><PS>pass.contr.vb</PS><Ety><Ref>γράφω</Ref></Ety></vHG> <vS1><Indic>of an immigrant</Indic><Tr>be enrolled as a citizen</Tr><Au>Plb.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'πολῑτογραφέομαι'}