Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πολέμαρχος
πολεμέω
πολεμήιος
πολεμησείω
πολεμητήριον
πολεμίζω
πολεμικός
πολέμιος
πολεμιστήριος
πολεμιστής
πολεμοκέλαδος
πολεμόκραντος
πολεμολᾱμαχᾱικός
πόλεμόνδε
πολεμόομαι
πολεμοποιέω
πολεμοποιός
πόλεμος
πολεμοφθόρος
πολέοιν
πολέος
View word page
πολεμο-κέλαδος
πολεμο-κέλαδοςονadjπόλεμος of Bromiosraising the battle-cryLyr.adesp.

ShortDef

exulting in the din of war

Debugging

Headword:
πολεμοκέλαδος
Headword (normalized):
πολεμοκέλαδος
Headword (normalized/stripped):
πολεμοκελαδος
IDX:
33173
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33174
Key:
πολεμοκέλαδος

Data

{'headword_display': '<b>πολεμο-κέλαδος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πολεμο-κέλαδος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πόλεμος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Bromios</Indic><Tr>raising the battle-cry</Tr><Au>Lyr.adesp.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πολεμοκέλαδος'}