Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ποικιλόστολος
ποικιλότραυλος
ποικιλοφόρμιγξ
ποικιλόφρων
ποικιλόω
ποίκιλσις
ποικιλτής
ποικιλῳδός
ποιμαίνω
ποιμᾱ́ν
ποιμᾱνόριον
ποιμᾱ́νωρ
ποιμενικός
ποιμήν
ποίμνη
ποιμνήιος
ποίμνιον
ποιμνῑ́της
ποινάομαι
ποινᾱ́τωρ
ποινή
View word page
ποιμᾱνόριον
ποιμᾱνόριονουnποιμᾱ́νωρ fig.flockref. to a king's armyA.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ποιμᾱνόριον
Headword (normalized):
ποιμᾱνόριον
Headword (normalized/stripped):
ποιμανοριον
IDX:
33132
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33133
Key:
ποιμᾱνόριον

Data

{'headword_display': '<b>ποιμᾱνόριον</b>', 'content': "<NE><HG><HL>ποιμᾱνόριον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>ποιμᾱ́νωρ</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>fig.</Indic><Tr>flock<Expl>ref. to a king's army</Expl></Tr><Au>A.</Au></nS1></NE>", 'key': 'ποιμᾱνόριον'}