Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ποικιλοδέρμων
ποικιλόθριξ
ποικιλόθρονος
ποικιλομήτης
ποικιλόμορφος
ποικιλόμουσος
ποικιλόνωτος
ποικιλόπτερος
ποικίλος
ποικιλοσάμβαλος
ποικιλόστολος
ποικιλότραυλος
ποικιλοφόρμιγξ
ποικιλόφρων
ποικιλόω
ποίκιλσις
ποικιλτής
ποικιλῳδός
ποιμαίνω
ποιμᾱ́ν
ποιμᾱνόριον
View word page
ποικιλό-στολος
ποικιλό-στολοςονadjστόλος of a shipwith richly decorated prowperh. w. garlandsS.

ShortDef

with variegated prow

Debugging

Headword:
ποικιλόστολος
Headword (normalized):
ποικιλόστολος
Headword (normalized/stripped):
ποικιλοστολος
IDX:
33122
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33123
Key:
ποικιλόστολος

Data

{'headword_display': '<b>ποικιλό-στολος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ποικιλό-στολος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>στόλος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a ship</Indic><Tr>with richly decorated prow<Expl>perh. w. garlands</Expl></Tr><Au>S.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ποικιλόστολος'}