Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ποιητικός
ποιητός
ποιηφαγέω
ποικιλᾱ́νιος
ποικιλείμων
ποικιλίᾱ
ποικίλλω
ποικίλματα
ποικιλόβουλος
ποικιλόγᾱρυς
ποικιλόδειρος
ποικιλοδέρμων
ποικιλόθριξ
ποικιλόθρονος
ποικιλομήτης
ποικιλόμορφος
ποικιλόμουσος
ποικιλόνωτος
ποικιλόπτερος
ποικίλος
ποικιλοσάμβαλος
View word page
ποικιλό-δειρος
ποικιλό-δειροςονdial.adjδέρη of a nightingale, a widgeonwith speckled neckHes. Alc.

ShortDef

with variegated neck

Debugging

Headword:
ποικιλόδειρος
Headword (normalized):
ποικιλόδειρος
Headword (normalized/stripped):
ποικιλοδειρος
IDX:
33111
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33112
Key:
ποικιλόδειρος

Data

{'headword_display': '<b>ποικιλό-δειρος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ποικιλό-δειρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>dial.adj</PS><Ety><Ref>δέρη</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a nightingale, a widgeon</Indic><Tr>with speckled neck</Tr><Au>Hes. Alc.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ποικιλόδειρος'}