Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ποιήεις
ποίημα
ποιηρός
ποίησις
ποιητέος
ποιητής
ποιητικός
ποιητός
ποιηφαγέω
ποικιλᾱ́νιος
ποικιλείμων
ποικιλίᾱ
ποικίλλω
ποικίλματα
ποικιλόβουλος
ποικιλόγᾱρυς
ποικιλόδειρος
ποικιλοδέρμων
ποικιλόθριξ
ποικιλόθρονος
ποικιλομήτης
View word page
ποικιλ-είμων
ποικιλ-είμωνονgen.ονοςadjεἷμα of nightin spangled garbi.e. dotted w. starsA.

ShortDef

with spangled garb

Debugging

Headword:
ποικιλείμων
Headword (normalized):
ποικιλείμων
Headword (normalized/stripped):
ποικιλειμων
IDX:
33105
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33106
Key:
ποικιλείμων

Data

{'headword_display': '<b>ποικιλ-είμων</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ποικιλ-είμων</HL><Infl>ον</Infl><VInfl><Lbl>gen.</Lbl><FmInfl>ονος</FmInfl></VInfl><PS>adj</PS><Ety><Ref>εἷμα</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of night</Indic><Tr>in spangled garb<Expl>i.e. dotted w. stars</Expl></Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ποικιλείμων'}