Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πνοή
Πνύξ
πόᾱ
ποδαβρός
ποδᾱγός
ποδάγρᾱ
ποδαγράω
ποδαγρικός
ποδᾱ́νεμος
ποδανιπτήρ
ποδάνιπτρα
ποδαπός
ποδάρκης
ποδένδυτος
ποδεών
ποδηγέω
ποδηνεκής
ποδήνεμος
ποδήρης
ποδιαῖος
ποδίζομαι
View word page
ποδάνιπτρα
ποδάνιπτραωνn.plwater for a foot-bathOd.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ποδάνιπτρα
Headword (normalized):
ποδάνιπτρα
Headword (normalized/stripped):
ποδανιπτρα
IDX:
33057
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-33058
Key:
ποδάνιπτρα

Data

{'headword_display': '<b>ποδάνιπτρα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ποδάνιπτρα</HL><Infl>ων</Infl><PS>n.pl</PS></HG><nS1><Tr>water for a foot-bath</Tr><Au>Od.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ποδάνιπτρα'}