Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πλινθοβολέω
πλίνθος
πλινθουργέω
πλινθουργός
πλινθοφορέω
πλινθοφόρος
πλινθυφής
πλίσσομαι
πλοιάριον
πλοΐζομαι
πλόιμος
πλοῖον
πλοκαμῑ́ς
πλόκαμος
πλόκανον
πλοκερός
πλοκή
πλόκιον
πλόκος
πλόος
πλουθυγίεια
View word page
πλόιμος
πλόιμοςadjseeπλώιμος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πλόιμος
Headword (normalized):
πλόιμος
Headword (normalized/stripped):
πλοιμος
IDX:
32988
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32989
Key:
πλόιμος

Data

{'headword_display': '<b>πλόιμος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>πλόιμος</HL><PS>adj</PS></HG><XR>see<Ref>πλώιμος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'πλόιμος'}