Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πλησίστιος
πλήσμη
πλήσμιος
πλησμονή
πλήσσω
πλήσω
πλῆτο
πλῆτο
πλινθεύω
πλινθηδόν
πλίνθινος
πλινθίον
πλινθοβολέω
πλίνθος
πλινθουργέω
πλινθουργός
πλινθοφορέω
πλινθοφόρος
πλινθυφής
πλίσσομαι
πλοιάριον
View word page
πλίνθινος
πλίνθινοςη ονadjof buildingsmade of bricks, brickHdt. X. Arist.

ShortDef

of brick

Debugging

Headword:
πλίνθινος
Headword (normalized):
πλίνθινος
Headword (normalized/stripped):
πλινθινος
IDX:
32976
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32977
Key:
πλίνθινος

Data

{'headword_display': '<b>πλίνθινος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πλίνθινος</HL><Infl>η ον</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of buildings</Indic><Tr>made of bricks, brick</Tr><Au>Hdt. X. Arist.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πλίνθινος'}