Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
πλησιασμός
πλησίος
πλησιόχωρος
πλησίστιος
πλήσμη
πλήσμιος
πλησμονή
πλήσσω
πλήσω
πλῆτο
πλῆτο
πλινθεύω
πλινθηδόν
πλίνθινος
πλινθίον
πλινθοβολέω
πλίνθος
πλινθουργέω
πλινθουργός
πλινθοφορέω
πλινθοφόρος
View word page
πλῆτο
2
πλῆτο
2
ep.3sg.athem.aor.mid.
see
πίμπλημι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πλῆτο
Headword (normalized):
πλῆτο
Headword (normalized/stripped):
πλητο
IDX:
32973
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32974
Key:
πλῆτο_2
Data
{'headword_display': '<b>πλῆτο</b><sup>2</sup>', 'content': '<XE><RefFm>πλῆτο<Hm>2</Hm><LblR>ep.3sg.athem.aor.mid.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>πίμπλημι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'πλῆτο_2'}