Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πλήθω
πληθώρη
Πληιάδες
πλήκτης
πληκτίζομαι
πληκτικός
πλῆκτρον
πλήμη
πλημμέλεια
πλημμελέω
πλημμελήματα
πλημμελής
πλημμυρίς
πλήμνη
πλήμυρα
πλημυρέω
πλημυρίς
πλημῡ́ρω
πλήν
πληνόδιος
πλῆντο
View word page
πλημμελήματα
πλημμελήματατωνn.pl offences, wrongsAeschin.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πλημμελήματα
Headword (normalized):
πλημμελήματα
Headword (normalized/stripped):
πλημμεληματα
IDX:
32939
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32940
Key:
πλημμελήματα

Data

{'headword_display': '<b>πλημμελήματα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πλημμελήματα</HL><Infl>των</Infl><PS>n.pl</PS></HG> <nS1><Tr>offences, wrongs</Tr><Au>Aeschin.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πλημμελήματα'}