Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πλέες
πλεθριαῖος
πλεθρίζω
πλέθρον
Πλειάδες
πλεῖν
πλεῖν
πλεῖος
πλειστάκις
πλείσταρχος
πλειστήρης
πλειστηρίζομαι
πλειστόμβροτος
πλεῖστος
πλείω
πλειών
πλείων
πλέκος
πλεκτανάομαι
πλεκτάνη
πλεκτή
View word page
πλειστ-ήρης
πλειστ-ήρηςεςadjἀραρίσκω of a period of timegreatestlongest imaginableA.

ShortDef

manifold

Debugging

Headword:
πλειστήρης
Headword (normalized):
πλειστήρης
Headword (normalized/stripped):
πλειστηρης
IDX:
32878
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32879
Key:
πλειστήρης

Data

{'headword_display': '<b>πλειστ-ήρης</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πλειστ-ήρης</HL><Infl>ες</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἀραρίσκω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a period of time</Indic><Def>greatest</Def><Tr>longest imaginable</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πλειστήρης'}