Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀκροφύλαξ
ἀκροφῡ́σιον
ἀκροχάλιξ
ἀκροχειρίζομαι
ἀκρόχολος
ἀκροχορδών
ἄκρυπτος
ἀκρύσταλλος
ἀκρωλένια
ἀκρωμίᾱ
ἀκρωνίᾱ
ἀκρωνυχίᾱ
ἀκρώνυχος
ἀκρώρεια
ἀκρωτηριάζω
ἀκρωτήριον
ἀκτᾱ́
ἀκταίνω
ἀκταῖος
ἀκτέᾱ
ἀκτένιστος
View word page
ἀκρωνίᾱ
ἀκρωνίᾱᾱςfmutilation of the extremitiesA.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀκρωνίᾱ
Headword (normalized):
ἀκρωνίᾱ
Headword (normalized/stripped):
ακρωνια
IDX:
3286
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3287
Key:
ἀκρωνίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ἀκρωνίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀκρωνίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG><nS1><Tr>mutilation of the extremities</Tr><Au>A.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀκρωνίᾱ'}