Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πλαδαρός
πλαδάω
πλαδδιάω
πλάζω
πλαθανῑ́τᾱς
πλάθανον
πλᾱ́θη
πλᾱ́θω
πλαίσιον
πλακερός
πλακοῦς
πλακτός
πλᾶκτρον
πλανᾱ́τᾱς
πλανάω
πλάνη
πλάνημα
πλάνης
πλάνησις
πλανήτης
πλανητός
View word page
πλακοῦς
πλακοῦςοῦντοςm flati.e. unleavenedcakecakeAr. Men.

ShortDef

a flat cake

Debugging

Headword:
πλακοῦς
Headword (normalized):
πλακοῦς
Headword (normalized/stripped):
πλακους
IDX:
32812
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32813
Key:
πλακοῦς

Data

{'headword_display': '<b>πλακοῦς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πλακοῦς</HL><Infl>οῦντος</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Def>flat<Prnth>i.e. unleavened</Prnth>cake</Def><Tr>cake</Tr><Au>Ar. Men.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πλακοῦς'}