Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀκροπόρος
ἀκρόπτολις
ἄκρος
ἀκρόσοφος
ἀκροστόλιον
ἀκροσφαλής
ἀκροτελεύτιον
ἀκρότης
ἀκροτομέω
ἀκρότομος
ἀκροφύλαξ
ἀκροφῡ́σιον
ἀκροχάλιξ
ἀκροχειρίζομαι
ἀκρόχολος
ἀκροχορδών
ἄκρυπτος
ἀκρύσταλλος
ἀκρωλένια
ἀκρωμίᾱ
ἀκρωνίᾱ
View word page
ἀκρο-φύλαξ
ἀκρο-φύλαξακοςmcommander of a hill fortressPlb.

ShortDef

governor of a citadel

Debugging

Headword:
ἀκροφύλαξ
Headword (normalized):
ἀκροφύλαξ
Headword (normalized/stripped):
ακροφυλαξ
IDX:
3276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3277
Key:
ἀκροφύλαξ

Data

{'headword_display': '<b>ἀκρο-φύλαξ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀκρο-φύλαξ</HL><Infl>ακος</Infl><PS>m</PS></HG><nS1><Tr>commander of a hill fortress</Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀκροφύλαξ'}