Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πῑσῆες
πίσινος
πίσσα
πισσήρης
πίσσυγγος
πιστευτικός
πιστεύω
πιστικός
πίστις
πιστός
πῑστός
πιστότης
πιστόω
πῑ́στρᾱ
πιστώματα
πίστωσις
πῑ́συγγος
πίσυνος
πίσυρες
πῑ́σω
Πιτάνη
View word page
πῑστός
πῑστόςή όνadjἔπῑσα, seeπιπίσκω of a medicinefor drinkingA.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πῑστός
Headword (normalized):
πῑστός
Headword (normalized/stripped):
πιστος
IDX:
32768
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32769
Key:
πῑστός

Data

{'headword_display': '<b>πῑστός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>πῑστός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἔπῑσα</Ref>, see<Ref>πιπίσκω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a medicine</Indic><Tr>for drinking</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'πῑστός'}