Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πικρόγλωσσος
πικρόκαρπος
πικρός
πικρότης
πικτίς
πῑλέω
πῑ́λημα
πῑ́λησις
πῑλητικός
πῑλητός
πῑλίδιον
πῑλίον
πιλνάω
πῖλος
πῑμελή
πῑμελώδης
πιμπλάνομαι
πιμπλάω
πίμπλημι
πίμπρημι
πινακηδόν
View word page
πῑλίδιον
πῑλίδιονουndimin.πῖλος felt capAr. Pl. D. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πῑλίδιον
Headword (normalized):
πῑλίδιον
Headword (normalized/stripped):
πιλιδιον
IDX:
32719
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32720
Key:
πῑλίδιον

Data

{'headword_display': '<b>πῑλίδιον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>πῑλίδιον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety>dimin.<Ref>πῖλος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>felt cap</Tr><Au>Ar. Pl. D. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'πῑλίδιον'}