Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

πέφηνα
πεφήσομαι
πεφιδήσομαι
πέφνον
πεφοβημένως
πέφραδε
πέφρῑκα
πεφροντισμένως
πεφυζότες
πέφῡκα
πεφῡκότως
πεφυλαγμένως
πεφυυῖα
πῃ
πῇ
πηγαῖος
πήγανον
πηγάς
Πήγασος
πηγεσίμαλλος
πηγή
View word page
πεφῡκότως
πεφῡκότωςpf.ptcpl.advsee underφύω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πεφῡκότως
Headword (normalized):
πεφῡκότως
Headword (normalized/stripped):
πεφυκοτως
IDX:
32603
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32604
Key:
πεφῡκότως

Data

{'headword_display': '<b>πεφῡκότως</b>', 'content': '<XE><HG><HL>πεφῡκότως</HL><PS>pf.ptcpl.adv</PS></HG><XR>see under<Ref>φύω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'πεφῡκότως'}