Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀκροβολιστής
ἀκροβόλος
ἀκροβυστίᾱ
ἀκρόδρυα
ἀκροθῑνιάζομαι
ἀκροθῑ́νιον
ἀκροκελαινιάω
ἀκροκνέφαιος
ἀκροκόμος
ἀκροκώλια
ἀκρολοφίᾱ
ἀκρόλοφος
ἀκρομανής
ἄκρον
ἀκρόνυχος
ἀκρόπηλος
ἀκρόπολις
ἀκροπόλος
ἀκροπόρος
ἀκρόπτολις
ἄκρος
View word page
ἀκρολοφίᾱ
ἀκρολοφίᾱᾱςfἀκρόλοφος crest of a hillhilltopPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀκρολοφίᾱ
Headword (normalized):
ἀκρολοφίᾱ
Headword (normalized/stripped):
ακρολοφια
IDX:
3258
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3259
Key:
ἀκρολοφίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ἀκρολοφίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀκρολοφίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἀκρόλοφος</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>crest of a hill</Def><Tr>hilltop</Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀκρολοφίᾱ'}