Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περκνός
πέρνημι
πέροδος
περόνᾱμα
περονάω
περόνη
πέροχος
πέρπερος
πέρρ
Πέρραμος
περρέχω
πέρρυσιν
πέρσα
Πέρσαι
περσέπολις
πέρσεται
Περσεύς
Περσεφόνη
Περσηίς
Πέρσης
Περσίζω
View word page
περρέχω
περρέχωAeol.vbπέρροχοςAeol.adjseeὑπερέχωὑπέροχος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
περρέχω
Headword (normalized):
περρέχω
Headword (normalized/stripped):
περρεχω
IDX:
32518
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32519
Key:
περρέχω

Data

{'headword_display': '<b>περρέχω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>περρέχω</HL><PS>Aeol.vb</PS></HG><HG><HL>πέρροχος</HL><PS>Aeol.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ὑπερέχω</Ref><Ref>ὑπέροχος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'περρέχω'}