Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

περίφρων
περιφυγή
περιφῡσητός
περιφυτεύω
περιφύω
περιφωνέω
περιχαρακόω
περιχάρεια
περιχαρής
περιχειλόω
περίχειρον
περιχέω
περιχορεύω
περιχώομαι
περιχωρέω
περίχωρος
περιψᾱ́ω
περιψῑλόομαι
περίψῡκτος
περίψῡξις
περιωδυνίᾱ
View word page
περί-χειρον
περί-χειρονουnχείρ armletbraceletPlb.

ShortDef

a bracelet

Debugging

Headword:
περίχειρον
Headword (normalized):
περίχειρον
Headword (normalized/stripped):
περιχειρον
IDX:
32486
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-32487
Key:
περίχειρον

Data

{'headword_display': '<b>περί-χειρον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>περί-χειρον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>χείρ</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>armlet<or/>bracelet</Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'περίχειρον'}